Η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα

Το 2020 η Κοµισιόν εξέδωσε ανακοίνωση υπό τον τίτλο «Στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα µε ορίζοντα το 2030 – Επαναφορά της φύσης στη ζωή µας», τονίζοντας ότι η πρόσφατη πανδηµία COVID-19 καθιστά ακόµα πιο επείγουσα την ανάγκη προστασίας και αποκατάστασης της φύσης. Περισσότερο από το ήµισυ του παγκόσµιου ΑΕΠ εξαρτάται από τη φύση και τις υπηρεσίες που παρέχει, µε τρεις βασικούς οικονοµικούς τοµείς -τις κατασκευές, τη γεωργία, και τα τρόφιµα και τα ποτά- να εξαρτώνται σε µεγάλο βαθµό από αυτήν. Σηµειώνεται ακόµα ότι, σύµφωνα µε τα συµπεράσµατα της έκθεσης της IPBES του 2019, η φύση υποβαθµίζεται µε ρυθµούς πρωτοφανείς στην ανθρώπινη ιστορία και περίπου 1 εκατοµµύριο είδη απειλούνται µε εξαφάνιση.

Αν και η στρατηγική θέτει σωστά επιχειρήµατα για την ανάγκη προστασίας και διατήρησης της βιοποικιλότητας, η κεντρική ιδέα στηρίζεται στο γεγονός ότι η διατήρηση της βιοποικιλότητας έχει δυνητικά άµεσα οικονοµικά οφέλη για πολλούς τοµείς της οικονοµίας, δίνοντας παραδείγµατα διαµέσου της µελέτης αύξησης κερδών κ.τ.λ. Συµπεριλαµβάνει επίσης τη σηµασία της βιοποικιλότητας όσον αφορά την επισιτιστική ασφάλεια, την αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής, καθώς και το µεγαλύτερο κόστος που θα επιβαρύνει την ανθρωπότητα η επιλογή της αδράνειας.

Ανάµεσα στις βασικές δεσµεύσεις που θα πρέπει να τηρηθούν έως το 2030 είναι:

1. Η θεσµοθέτηση της προστασίας τουλάχιστον του 30% της χερσαίας έκτασης της ΕΕ και του 30% της θαλάσσιας περιοχής της ΕΕ και η ενσωµάτωση οικολογικών διαδρόµων, στο πλαίσιο ενός πραγµατικού διευρωπαϊκού δικτύου για τη φύση.

2. Η αυστηρή προστασία τουλάχιστον του ενός τρίτου των προστατευόµενων περιοχών της ΕΕ, συµπεριλαµβανοµένων όλων των εναποµεινάντων πρωτογενών και παλαιών δασών της ΕΕ.

3. Η αποτελεσµατική διαχείριση όλων των προστατευόµενων περιοχών, µε τον καθορισµό σαφών στόχων και µέτρων διατήρησης και την κατάλληλη παρακολούθησή τους.

Για την κάλυψη των αναγκών της παρούσας στρατηγικής, συµπεριλαµβανοµένων των επενδυτικών προτεραιοτήτων για το δίκτυο Natura 2000 και των πράσινων υποδοµών, θα πρέπει να διατεθούν τουλάχιστον 20 δισ. ευρώ ετησίως σε δαπάνες για τη φύση. Αυτό θα απαιτήσει κινητοποίηση της ιδιωτικής και της δηµόσιας χρηµατοδότησης σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Επιπλέον, δεδοµένου ότι η αποκατάσταση της φύσης θα συµβάλει σηµαντικά στην επίτευξη των στόχων για το κλίµα, σηµαντικό ποσοστό του 25% του προϋπολογισµού της ΕΕ που προορίζεται για τη δράση για το κλίµα θα επενδυθεί στη βιοποικιλότητα και σε λύσεις που βασίζονται στη φύση. Στο πλαίσιο του InvestEU, θα συσταθεί ειδική πρωτοβουλία για το φυσικό κεφάλαιο και την κυκλική οικονοµία, µε στόχο την κινητοποίηση τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ τα επόµενα 10 έτη, µε βάση τη µεικτή χρηµατοδότηση από τον δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα.

Η Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου που συζήτησε τις προτάσεις της Κοµισιόν συµφωνεί καταρχήν µε αυτές και επαναλαµβάνει την σηµαντικότητα της βιοποικιλότητας σε ό,τι αφορά τη σχέση της µε την κλιµατική αλλαγή. Σηµαντική είναι η παρότρυνση της Επιτροπής προς τα κράτη-µέλη να συµµορφωθούν πλήρως µε τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην ισχύουσα νοµοθεσία της ΕΕ για τη φύση και η παρότρυνση προς την Κοµισιόν να κινήσει ταχέως διαδικασίες επί παραβάσει για την αντιµετώπιση όλων των περιπτώσεων µη συµµόρφωσης.

Ο ευρωβουλευτής Nikolaj Villumsen, µιλώντας εκ µέρους της Οµάδας της Αριστεράς (GUE-NGL), τόνισε ότι «σε αυτήν την κρίση βιοποικιλότητας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να σταθεί σταθερά στο πλάι της φύσης. Χρειαζόµαστε ένα νόµο για τη βιοποικιλότητα που να θέτει την προστασία της φύσης πάνω από την ώθηση της βιοµηχανίας και της γεωργίας να την καταστρέψουν. Χρειαζόµαστε επίσης µια ανεξάρτητη οµάδα για τη βιοποικιλότητα που να ελέγχει την ΕΕ για τυχόν επιβλαβή νοµοθεσία της. Πρέπει να προστατεύσουµε τη βιοποικιλότητα -από τους µικρότερους µικροοργανισµούς έως τα µεγαλύτερα θηλαστικά».

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ