“Επιφανειακή” χαρακτηρίζει την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την ΕΕ, ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ – ΕCA), η οποία καταγράφει ότι “το ενωσιακό πλαίσιο για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος δεν έχει επαρκές βάθος ώστε να συντελέσει στην αποκατάσταση της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλασσών”, τα ενωσιακά κονδύλια “σπανίως χρηματοδοτούν τη διατήρηση των θαλάσσιων ειδών και οικοτόπων”, οι προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές (ΠΘΠ) “στην πράξη παρέχουν περιορισμένη προστασία, και “η υπεραλίευση εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα, ιδίως στη Μεσόγειο”.
Το ΕΕΣ κρίνει ότι “στην πράξη, το ενωσιακό πλαίσιο προστατεύει σε περιορισμένο μόνο βαθμό τη θαλάσσια βιοποικιλότητα”.
Παρότι παραδέχεται ότι “οι περισσότερες από 3000 ΠΘΠ αποτελούν ενδεχομένως τα πλέον εμβληματικά μέτρα διατήρησης του θαλάσσιου περιβάλλοντος”, επισημαίνει πως “το δίχτυ προστασίας που συνεπάγονται οι ΠΘΠ, αν και ευρύ, παρέχει μόνον επιφανειακή προστασία”.
“Η επισήμανση αυτή συνάδει με τις διαπιστώσεις πρόσφατης αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), σύμφωνα με την οποία λιγότερο από το 1% των ευρωπαϊκών ΠΘΠ θα μπορούσαν να θεωρηθούν θαλάσσια καταφύγια παρέχοντα πλήρη προστασία”, αναφέρει το ΕΕΣ.
“Προκειμένου να είναι αποτελεσματικές, οι ΠΘΠ θα έπρεπε να καλύπτουν επαρκώς τα πλέον ευάλωτα θαλάσσια είδη της ΕΕ και τους οικοτόπους τους, να συνοδεύονται, κατά περίπτωση, από αλιευτικούς περιορισμούς, και να υπόκεινται σε ορθή διαχείριση”, σημειώνουν οι ελεγκτές.
Τονίζουν ακόμη ότι “τα ρυθμιστικά εργαλεία που συνδέουν την πολιτική της ΕΕ για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα με την πολιτική αλιείας δεν λειτουργούν αποτελεσματικά στην πράξη”.
“Στις θαλάσσιες περιοχές που εξέτασαν οι ελεγκτές, τα εργαλεία αυτού του είδους δεν έχουν ακόμη χρησιμοποιηθεί με επιτυχία”, αναφέρουν.
“Η νομοθεσία της ΕΕ περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την προστασία απειλούμενων ειδών και οικοτόπων, οι οποίες όμως τέθηκαν σε ισχύ πριν από περισσότερα από 25 χρόνια και δεν λαμβάνουν υπόψη τις πρόσφατες επιστημονικές γνώσεις”, τονίζουν.
Σε σχέση με την αλιεία το ΕΕΣ καταγράφει ότι “μολονότι η κοινή αλιευτική πολιτική έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς στον Ατλαντικό, όπου τα ιχθυαποθέματα έχουν βελτιωθεί, στη Μεσόγειο δεν υπάρχουν ενδείξεις ουσιαστικής προόδου”.
“Το επίπεδο της αλιευτικής δραστηριότητας είναι υπερδιπλάσιο του επιπέδου βιωσιμότητας. Ο ΕΟΠ ανέφερε πρόσφατα ότι μόλις το 6% των αποθεμάτων που αξιολογήθηκαν στη Μεσόγειο πληρούσε τα κριτήρια της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης”, αναφέρεται.
“Μολονότι οι πολιτικές της ΕΕ ορίζουν ότι η χρηματοδότηση που χορηγεί πρέπει να χρησιμοποιείται για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, στην πράξη μικρό μόνο μέρος της διατίθεται για τον σκοπό αυτό”, σημειώνεται.
Οι ελεγκτές εκτιμούν ότι “τα τέσσερα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποίησαν επίσκεψη (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία και Πορτογαλία) είχαν χρησιμοποιήσει μόλις το 6 % της συνολικής χρηματοδότησής τους για μέτρα που συνδέονται άμεσα με τη διατήρηση και επιπλέον 8 % για μέτρα με λιγότερο άμεσο αντίκτυπο στη διατήρηση”.
“Εξ αυτών των κονδυλίων, είχαν χρησιμοποιήσει λιγότερα από 2 εκατομμύρια ευρώ (ή 0,2 %) για τον περιορισμό του αντικτύπου της αλιείας στο θαλάσσιο περιβάλλον”, αναφέρουν.