Οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις πρέπει να επενδύσουν πολύ περισσότερο για να προστατεύσουν τους ανθρώπους και τη φύση από τις εντεινόμενες επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, προειδοποίησαν επιστήμονες από όλο τον κόσμο.
Περισσότεροι από 3.000 επιστήμονες, ανάμεσά τους και νομπελίστες, εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση την Παρασκευή και ζήτησαν πολύ μεγαλύτερη παγκόσμια ώθηση για την προστασία των ανθρώπων και της φύσης από τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης, τονίζοντας ότι οι επενδύσεις για προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή έχουν μειωθεί πολύ, λόγω της πανδημίας της COVID-19.
Η δήλωση εκδόθηκε ενόψει παγκόσμιας συνόδου κορυφής για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή που ξεκινά την ερχόμενη βδομάδα.
Κινδυνεύουν περισσότερο οι φτωχότερες χώρες
Οι επιστήμονες -συμπεριλαμβανομένων πέντε βραβευμένων με Νόμπελ- προειδοποίησαν ότι η αποτυχία των κυβερνήσεων να ανταποκριθούν στους αυξανόμενους κινδύνους για το κλίμα, καθώς προσπαθούν να αναζωογονήσουν τις οικονομίες τους από τα δεινά της πανδημίας, θα έχουν σοβαρές συνέπειες, ειδικά για τις φτωχότερες και αποκλεισμένες χώρες.
Αναφέρουν πως η κλιματική κρίση, οι πλημμύρες και η ξηρασία θα μπορούσαν να μειώσουν την αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων μέχρι και 30% έως το 2050, ενώ οι καταιγίδες και άλλα καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν να καταστρέψουν τις αστικές οικονομίες και να εξαναγκάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Απαιτούνται μέτρα για διατήρηση της φύσης
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, για να αποφευχθεί αυτό, απαιτούνται σημαντικές νέες προσπάθειες για τη διατήρηση της φύσης -συμπεριλαμβανομένων των δασών, των υγροτόπων και των κοραλλιογενών υφάλων- όπως είναι μια νέα στρατηγική σχεδιασμού για να καταστούν οι πόλεις, οι μεταφορές, η ενέργεια και άλλες υποδομές ασφαλέστερες από τις κλιματικές καταστροφές.
«Πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν υπάρχει εμβολιασμός για το μεταβαλλόμενο κλίμα μας», δήλωσε ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι-μουν, ο οποίος προεδρεύει του Παγκόσμιου Κέντρου Προσαρμογής (GCA), το οποίο διοργανώνει τη σύνοδο κορυφής στις 25 – 26 Ιανουαρίου, σε συνεργασία με την ολλανδική κυβέρνηση.
«Η οικοδόμηση ανθεκτικότητας στις κλιματικές επιπτώσεις είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να ζήσουμε σε έναν βιώσιμο και ασφαλή κόσμο», δήλωσε ο Μπαν.
Έκθεση της GCA που αξιολογεί την παγκόσμια πρόοδο στην κλιματική προσαρμογή και είδε το φως της δημοσιότητας χθες Παρασκευή, αναφέρει ότι τα μέτρα τόνωσης των διεθνών οικονομιών, υποστηρίζουν τα ορυκτά καύσιμα και τις δραστηριότητες υψηλών εκπομπών άνθρακα και αυτά τα μέτρα ξεπέρασαν τις πράσινες πολιτικές. Η GCA εκτιμά ότι η χρηματοδότηση προσαρμογής πρέπει να αυξηθεί κατά πέντε έως 10 φορές.
Το 2009 η προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η ξηρασία και οι πλημμύρες, είχε εκτιμηθεί ότι θα κοστίσει πολύ περισσότερο από ό,τι είχαν αρχικώς εκτιμήσει τα Ηνωμένα Έθνη- στα 40 με 170 δισ. δολ ετησίως μέχρι το 2030. Το μεγάλο εύρος οφείλεται στην αβεβαιότητα για ορισμένα κόστη.