Επιδεινώθηκε η κατάσταση με τα εγκαταλελειμμένα σκυλιά

Έχει επιδεινωθεί κατά πολύ η κατάσταση με τα εγκαταλελειμμένα σκυλιά στην Κύπρο, ανέφεραν στο ΚΥΠΕ, αρμόδιοι στο Δήμο Λευκωσίας και στον προσωρινό χώρο κράτησης αδέσποτων από Δήμους της Λευκωσίας, σημειώνοντας πως στον υπερπληθυσμό στα καταφύγια, εκτός από τις συνεχείς εγκαταλείψεις, συνέτεινε και το γεγονός ότι έχουν μειωθεί οι υιοθεσίες από το εξωτερικό αφού τώρα οι προσπάθειες στραφήκαν στη διάσωση αδέσποτων από την Ουκρανία.

Η Πρόεδρος του Παγκύπριου Κτηνιατρικού Συλλόγου, Νεκταρία Αρσένογλου ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι, σημαντικό είναι όλοι οι ιδιοκτήτες σκύλων να ακολουθούν τη νομοθεσία και να έχουν σήμανση στον σκύλο τους, αλλά και να έχουν άδεια κατοχής του.

«Έχει επιδεινωθεί πολύ η κατάσταση μετά την πανδημία»

Ο Μιχάλης Παπαδάκης, υπεύθυνος για αδέσποτους σκύλους στο Δήμο Λευκωσίας τα τελευταία 20 χρόνια, ερωτηθείς από το ΚΥΠΕ για τη σημερινή κατάσταση όσον αφορά στις εγκαταλείψεις σκύλων, ανέφερε ότι, «έχει επιδεινωθεί πολύ η κατάσταση» μετά την εποχή της πανδημίας του κορωνοϊού που ο καθένας έπαιρνε σκύλους κατά τη διάρκεια των περιορισμών, για να μπορεί να κυκλοφορεί, όπως είπε.

Σημείωσε ότι άρχισε η κατάσταση να επιδεινώνεται μετά από αυτό.

Το ενιαίο καταφύγιο στο Παλιομέτοχο όπου οι Δήμοι Λευκωσίας, Αγλαντζιάς, Στροβόλου, Λακατάμιας, Έγκωμης και Αγίου Δομετίου παίρνουν τα αδέσποτα σκυλιά που μαζεύουν, είναι χωρητικότητας 70 σκυλιών αλλά τώρα έχει πάνω από 100, είπε, προσθέτοντας πως βρίσκονται σε διαδικασία επέκτασής του.

«Όμως το να κτίζουμε καταφύγια δεν είναι λύση», είπε ο κ. Παπαδάκης, σημειώνοντας πως αρκετοί σκύλοι μένουν σε καταφύγια ένα με δύο χρόνια, και έθεσε το ερώτημα αν είναι ζωή αυτή για ένα σκύλο.

Ερωτηθείς γιατί υπήρχε πρόνοια για μόνο 70 σκυλιά, ο κ. Παπαδάκης ανέφερε ότι όταν κτίστηκε το καταφύγιο, πριν εφτά περίπου χρόνια, τόσες ήταν οι ανάγκες, αλλά ότι από τότε «επιδεινώθηκε ραγδαία» η κατάσταση.

Είπε ότι χρειάζεται πιο αυστηρή νομοθεσία για εγκατάλειψη των ζώων, αλλά και εξώδικα για παραβιάσεις του νόμου και αναφέρθηκε σε σχετική νομοθεσία η οποία εκκρεμεί εδώ και χρόνια.

Σημείωσε ότι το καλοκαίρι πολύς κόσμος, όταν θα πάει διακοπές, ή εγκαταλείπει τα σκυλιά του, ή τα αφήνουν στην αυλή για να τα ταΐζει κάποιος φίλος τους και ανοίγουν την πόρτα της αυλής και φεύγουν. Είπε ακόμη ότι διάφοροι προφασίζονται δικαιολογίες ότι δεν μπορούν να φροντίζουν τα σκυλιά τους για λόγους υγείας, και άλλα προβλήματα.

Ο κ. Παπαδάκης είπε ότι έχουν μειωθεί κατά πολύ οι υιοθεσίες στο εξωτερικό, σημειώνοντας πως οι περισσότερες υιοθεσίες γίνονταν στην Αγγλία, αλλά μετά την έξοδο της χώρας από την ΕΕ δεν είναι τόσο εύκολο.

Επίσης ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επηρεάσει πολύ, πρόσθεσε, καθώς άλλες χώρες όπως η Αγγλία και η Ολλανδία στις οποίες γίνονται υιοθεσίες από Κύπρο, τώρα παίρνουν αδέσποτα από την Ουκρανία.

Σημείωσε επίσης ότι «η ρίζα του προβλήματος είναι οι γέννες, να μπορέσουμε να περιορίσουμε τις γέννες, να πείσουμε τον κόσμο να στειρώσει τα ζώα του».

Ο κ. Παπαδάκης είπε ότι εισήγησή τους είναι να είναι πολύ φθηνή η εγγραφή στειρωμένου σκύλου και πιο ακριβή για αστείρωτους για να είναι αυτό ένα κίνητρο για τους ιδιοκτήτες.

Ερωτηθείς αν κλήθηκε ποτέ για άλλα αδέσποτα ζώα εκτός από σκύλους, ο κ. Παπαδάκης ανέφερε ότι πριν δυο χρόνια περίπου, έτυχε να κληθούν για ένα γαϊδουράκι στην περιοχή Καιμακλίου το οποίο ήρθε από τα κατεχόμενα. Μετά από πολλές προσπάθειες, κατάφεραν να πιάσουν το ζώο, το οποίο τελικά μεταφέρθηκε σε καταφύγιο στην Αραδίππου που αναλαμβάνει τέτοια ζώα, είπε.

Σε ερώτηση για την απαγόρευση αναπαραγωγής φυλών σκύλων που χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνες από τη νομοθεσία, ο κ. Παπαδάκης εκτίμησε ότι υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός πιτ μπουλ, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι από κάποιους κτηνιάτρους ως φυλή Στάφορντσαιρ.

«Το πρόβλημα ξεκινά από τους ανθρώπους και όχι τους σκύλους»

Για το θέμα των πιτ μπουλ, η Πρόεδρος του Παγκύπριου Κτηνιατρικού Συλλόγου, Νεκταρία Αρσένογλου ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι, συνήθως η εγγραφή γίνεται κατά τη δήλωση του ιδιοκτήτη του ζώου, σημειώνοντας ότι οι δύο φυλές, πιτ μπουλ και Αμέρικαν Στάφορντσαιρ, μοιάζουν πάρα πολύ.

Τόνισε όμως ότι «το θέμα δεν είναι οι επικίνδυνες φυλές αλλά οι ιδιοκτήτες», σημειώνοντας πως, πάρα πολλά περιστατικά από δαγκώματα σκύλων και μάλιστα σοβαρά, δεν ήταν από απαγορευμένες φυλές. «Το θέμα είναι το πως συμπεριφέρονται οι κηδεμόνες των ζώων στα ζώα τους, και αν τα εκπαιδεύουν να είναι επιθετικά», είπε.

Η κ. Αρσένογλου ανέφερε ότι κάθε ζώο που παίρνει κάποιος πρέπει να το εκπαιδεύει με θετική εκπαίδευση και τα άτομα που αποφασίζουν να υιοθετήσουν μεγαλόσωμες φυλές να είναι έμπειροι, και να υπάρχει μια ωριμότητα στην επιλογή του τι κατοικίδιο είναι κατάλληλο για τους ίδιους. Ένας πολύς καλός τρόπος για να αποφασίσει κάποιος είναι να μιλήσει είτε με τον κτηνίατρό του είτε με κάποιον εκπαιδευτή, πρόσθεσε. «Θεωρώ ότι το πρόβλημα ξεκινά από τους ανθρώπους και όχι τους σκύλους», ανέφερε.

Είπε ακόμη ότι επίσης σημαντικό είναι όλοι οι ιδιοκτήτες σκύλων να ακολουθούν τη νομοθεσία και να έχουν σήμανση στον σκύλο τους, αλλά και να έχουν άδεια κατοχής για το ζώο τους, το οποίο όπως είπε, σύμφωνα με τη νομοθεσία, πρέπει να γίνεται μέχρι την ηλικία έξι μηνών. Αν αυτό γίνεται, πολύ πιο δύσκολα θα γίνονταν εγκαταλείψεις, ανέφερε, αφού αν εγκαταλειφθεί ένα ζώο με microchip, αυτόματα εντοπίζεται ο κηδεμόνας του.

Ερωτηθείσα σχετικά με περιπτώσεις που το microchip δεν είναι εγγεγραμμένο, είπε ότι αυτό αφορά μόνο σε περιπτώσεις ζώων που έρχονται από το εξωτερικό, διότι, «ως κτηνίατροι, έχουμε ξεκάθαρα την υποχρέωση όταν βάζουμε ένα microchip να το εγγράφουμε». Επίσης, είπε, υπάρχει η ιχνηλασιμότητα αφού οι κωδικοί των microchip τα οποία αγοράζει ένας κτηνίατρος, είναι εγγεγραμμένοι σε αυτούς, οπόταν αυτομάτως, όταν ανευρεθεί ένα ζώο το οποίο έχει σημανθεί στην Κύπρο, μπορεί να ανευρεθεί ο κτηνίατρος που την έκανε, και, κατά συνέπεια, ο κηδεμόνας.

Η κ. Αρσένογλου ανέφερε ότι θα ήταν καλό να γίνονται έλεγχοι και ο κόσμος να ξέρει ότι είναι παράνομο να μην έχουν σήμανση στον σκύλο τους και ότι υπάρχουν και ποινικές ευθύνες για τους κηδεμόνες που δεν έχουν τα ζώα τους γραμμένα.

«Η χειρότερη χρονιά σε βάθος δεκαετίας»

Ο Αλέξανδρος Οριέττας, ο υπεύθυνος φροντιστής για την οργάνωση “Simba Animal Aid Cyprus” που διαχειρίζεται τον προσωρινό χώρο κράτησης αδέσποτων σκύλων των Δήμων Λευκωσίας, Αγλαντζιάς, Στροβόλου, Λακατάμιας, ‘Εγκωμης και Αγίου Δομετίου, ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι, φέτος ήταν «η χειρότερη χρονιά σε βάθος δεκαετίας».

Είπε ότι εγκαταλείψεις γίνονται όχι μόνο το καλοκαίρι αλλά από την αρχή του χρόνου. «Είναι σκυλιά που τα είχαν πάρει λόγω κορωνοϊού, για να βγαίνουν έξω και τώρα δεν τα θέλουν, είναι σκυλιά, που τα πήραν ως κουτάβια γιατί ήταν χαριτωμένα και τώρα συνειδητοποίησαν την ευθύνη και δεν τα θέλουν, άλλα που τα άφησαν στον δρόμο και αυτά γέννησαν και ήρθαν τα κουτάβια τους σε εμάς», ανέφερε.

Υπάρχουν και περιπτώσεις, πρόσθεσε, που κόσμος που, λόγω της οικονομικής κατάστασης, αποφασίζει ότι δεν μπορεί να συντηρήσει πια τα σκυλιά του.

Ο κ. Οριέττας, ανέφερε ότι έχουν ξεπεράσει την χωρητικότητά του καταφυγίου και ότι τώρα έχουν σκυλιά σε σπίτια εθελοντών, αλλά και σε άλλους χώρους που ενοικιάζουν.

Ερωτηθείς σχετικά, είπε ότι, παλιότερα έπαιρναν σκύλους από εκεί και άλλα καταφύγια, αλλά δεν έχουν την δυνατότητα φέτος.

«Τώρα είναι πάρα πολύ πιεσμένα όλα τα καταφύγια», είπε, προσθέτοντας ότι δεν είναι μόνο οι εγκαταλείψεις, αλλά μειώθηκαν και οι υιοθεσίες, και στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Ένας λόγος είναι η έξοδος της Αγγλίας από την ΕΕ, είπε, και άλλος λόγος είναι ότι οι φιλοζωικές οργανώσεις του εξωτερικού που έπαιρναν σκυλιά από την Κύπρο, βοήθησαν πάρα πολύ στην Ουκρανία με την κατάσταση που υπάρχει με τα αδέσποτα εκεί, «οπόταν χάσαμε κάποιες υιοθεσίες που θα δίναμε από την Κύπρο».

Κληθείς να σχολιάσει την πληθώρα αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από άτομα που χαρίζουν σκύλους αναφερόμενοι σε θέματα υγείας, μετακόμιση στο εξωτερικό, ή έλλειψη χώρου, ο κ. Οριέττας, ανέφερε ότι, σίγουρα υπάρχει κόσμος που πραγματικά έχει πρόβλημα, «αλλά είναι πολύ παράξενο ο αριθμός ανθρώπων που βρέθηκαν άρρωστοι και θέλουν να δώσουν το σκύλο τους ταυτόχρονα». Σημείωσε ότι επειδή δεν παίρνουν σκύλους πλέον τα καταφύγια επειδή είναι γεμάτα, κάποιοι προσπαθούν με αυτό τον τρόπο να δώσουν τον σκύλο τους.

Είπε ότι οι μεγαλόσωμοι σκύλοι μπορεί να μείνουν ένα και δύο χρόνια στο καταφύγιο, ενώ τα μικρόσωμα υιοθετούνται πολύ πιο εύκολα.

Το μήνυμά του προς το κοινό είναι να είναι πιο συνειδητοποιημένοι στο θέμα με τις γέννες. «Πρέπει να μειωθούν οι γέννες, τουλάχιστον μέχρι να ελεγχθεί η κατάσταση με τα αδέσποτα, και να υιοθετεί ο κόσμος να μην αγοράζει». Πρόσθεσε ότι «το σημαντικότερο» είναι η νομοθεσία για την τοποθέτηση σημάνσεως στους σκύλους, σημειώνοντας ότι δεν τηρείται ακόμη από τον περισσότερο κόσμο.

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ