Δυστοπικό σενάριο για το 2100 από επιστημονική μελέτη

Aνησυχία για το μέλλον προκαλεί σε επιστήμονες το φαινόμενο των «αστικών θερμικών νησίδων» που δείχνει πως οι πόλεις τείνουν να γίνονται αρκετά θερμότερες, περισσότερο από ό,τι οι αγροτικές περιοχές.

Το φαινόμενο δείχνει να εντείνεται καθώς κτίρια και δρόμοι απορροφούν πιο εύκολα την ενέργεια του ήλιου και την απελευθερώνουν κατά τη νύχτα. Το πράσινο των αγροτικών περιοχών, αντίθετα, παρέχει σκιά και δροσίζει τον αέρα. Το δημοσίευμα του Wired αναφέρει πως το φαινόμενο θα μετατρέψει τις πόλεις σε «φούρνους» στο μέλλον.

Η κλιματική αλλαγή καθιστά το φαινόμενο ακόμη πιο έντονο στις πόλεις σε όλο τον κόσμο και προβλέπεται πως το μόνο που αναμένεται είναι να επιδεινωθεί αρκετά. Μια διεθνής ομάδα ερευνητών έχει χρησιμοποιήσει μια νέα τεχνική μοντελοποίησης με την οποία έχει εκτιμήσει ότι μέχρι το έτος 2100, οι πόλεις του κόσμου θα μπορούσαν να έχουν υψηλότερες θερμοκρασίες έως και 4,4 βαθμούς Κελσίου κατά μέσο όρο. Αυτό το νούμερο εξαλείφει τον αισιόδοξο στόχο της συμφωνίας του Παρισιού για μια παγκόσμια μέση αύξηση θερμοκρασίας 1,5 βαθμών Κελσίου από τα βιομηχανικά επίπεδα και μάλιστα υπερδιπλασιάζει τον οριακό στόχο της συμφωνίας να περιορίσει αυτή την παγκόσμια άνοδο σε όχι περισσότερο από 2 βαθμούς Κέλσίου.

Συνήθως, τα παγκόσμια κλιματικά μοντέλα αγνοούν τις αστικές περιοχές καθώς αποτελούν μόλις το 3% της επιφάνειας του πλανήτη. Οι πόλεις είναι απλώς ένα μικρό τμήμα και οι ερευνητές ενδιαφέρονται περισσότερο για τα δεδομένα σε ρεύματα του ωκεανού, στους πάγους και στον αέρα. «Κλείνουμε αυτό το είδος χάσματος», λέει ο Lei Zhao, κλιματικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στο Urbana-Champaign και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Nature Climate Change.

Το μοντέλο της ομάδας του υποδηλώνει ότι οι πιο ζεστές πόλεις θα μπορούσαν να γίνουν καταστροφικές για την αστική δημόσια υγεία, η οποία ήδη υποφέρει από τις επιπτώσεις της αυξανόμενης θερμοκρασίας. Μεταξύ του 2000 και του 2016, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο αριθμός των ανθρώπων που εκτέθηκαν σε κύματα θερμότητας αυξήθηκε κατά 125 εκατομμύρια και η ακραία θερμότητα διεκδίκησε περισσότερες από 166.000 ζωές μεταξύ 1998 και 2017. Και ενώ αυτή τη στιγμή ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ζει σε αστικές περιοχές, το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί σε 70% έως το 2050, σύμφωνα με τους συγγραφείς αυτής της νέας μελέτης. «Οι άνθρωποι που αναζητούν μια οικονομική ευκαιρία στις πόλεις σπεύδουν εν αγνοία τους στον κίνδυνο. Όταν διαβάζω αυτά τα άρθρα, απλά δεν ξέρω τι συμβαίνει με την ανθρωπότητα, για να είμαι ειλικρινής», λέει ο επιστήμονας του κλίματος, Camilo Mora, του Πανεπιστημίου της Χαβάης. «Πότε θα ασχοληθούμε σοβαρά με αυτό το πρόβλημα;».

Για να υπολογίσει πόσες πόλεις θα μπορούσαν να καταγράψουν αυξημένες θερμοκρασίες ο Zhao και οι συνεργάτες του από διάφορα ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο Princeton και το Εθνικό Εργαστήριο Lawrence Berkeley, δημιούργησαν ένα στατιστικό μοντέλο για το κλίμα των αστικών περιοχών, εστιάζοντας στις μεταβαλλόμενες θερμοκρασίες και την υγρασία. Αυτοί οι δύο παράγοντες είναι οι απειλές της υπερβολικής θερμότητας: Το σώμα μας ανταποκρίνεται σε υψηλές θερμοκρασίες με εφίδρωση. Όμως η υγρασία καθιστά αυτή τη διαδικασία λιγότερο αποτελεσματική, επειδή όσο πιο υγρός είναι ο αέρας, τόσο λιγότερο εύκολα δέχεται τον εξατμισμένο ιδρώτα από το σώμα μας. Γι’ αυτό η υγρή θερμότητα προκαλεί πιο άβολη αίσθηση από την ξηρή θερμότητα.

Η θερμότητα και η υγρασία δεν είναι μόνο άβολες συνθήκες, αλλά και επικίνδυνες. Ο Μora έχει εντοπίσει 27 τρόπους με τους οποίους η θερμότητα μπορεί να σκοτώσει ένα άτομο. Όταν το σώμα σας εντοπίσει ότι υπάρχει υπερθέρμανση, ανακατευθύνει το αίμα από τα όργανα στο δέρμα, «διαλύοντας» έτσι περισσότερη θερμότητα στον αέρα γύρω σας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το δέρμα γίνεται κόκκινο όταν κάποιος βρεθεί σε ζεστό περιβάλλον. Σε ακραία ζέστη, αυτό μπορεί να βγει εκτός ελέγχου, με αποτέλεσμα την ισχαιμία ή την εξαιρετικά χαμηλή ροή αίματος στα όργανα. Αυτό μπορεί να βλάψει κρίσιμα όργανα όπως ο εγκέφαλος ή η καρδιά. Επιπλέον, η υψηλή θερμοκρασία σώματος μπορεί να προκαλέσει κυτταρικό θάνατο. Η υγρασία, αυξάνει από την άλλη τον κίνδυνο υπερθέρμανσης και ανεπάρκειας οργάνων, καθώς δεν μπορεί ο άνθρωπος να ιδρώνει αποτελεσματικά ώστε να ρίξει την θερμοκρασία στο σώμα του.

Η υπερβολική θερμότητα μπορεί να βλάψει τους υγιείς ανθρώπους, και εκείνοι με καρδιακές ή αναπνευστικές παθήσεις όπως το άσθμα είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι. Τα παιδιά διατρέχουν επίσης ιδιαίτερο κίνδυνο λόγω της θερμοδυναμικής του σώματός τους. Το μικρό τους μέγεθος σημαίνει ότι θερμαίνονται και κρυώνουν γρηγορότερα.

Ο Mora παρομοιάζει τους ταυτόχρονους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής και της επίδρασης των «αστικών θερμικών νησίδων» με την ανάγκη μάχης δύο εχθρών ταυτόχρονα. «Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι σαν να βρίσκεσαι σε μάχη με τον Mike Tyson», λέει. «Με το φαινόμενο των αστικών θερμικών νησίδων είναι σαν να έχεις απέναντί σου τον Jackie Chan και τον Mike Tyson. Τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τους δύο και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να το πετύχουν αυτό οι άνθρωποι».

Για να μοντελοποιήσουν πώς αυτές οι δύο δυνάμεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις πόλεις, οι ερευνητές μετέτρεψαν το στατιστικό τους μοντέλο σε «εξομοιωτή», που μιμείται περίπλοκα κλιματικά μοντέλα, αλλά εστιάζει σε αστικές περιοχές και μετά από σειρά υπολογισμών διαπίστωσαν ότι, κατά μέσο όρο, οι αστικές περιοχές του πλανήτη θα μπορούσαν να θερμανθούν έως και 1,9 βαθμούς Κελσίου τα επόμενα 80 χρόνια ενώ με πιο δραματικές αλλαγές στους υπολογισμούς, η θερμοκρασία ανέβαινε σε κάποιες πόλεις έως και 4,4 βαθμούς.

Συνολικά, είναι άσχημη πρόβλεψη ανεξάρτητα από το πού ζει ένας κάτοικος της πόλης, αλλά οι αστικές περιοχές θα επηρεαστούν με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, οι βόρειες Ηνωμένες Πολιτείες θα θερμανθούν περισσότερο από τις νότιες ΗΠΑ. Όσον αφορά τη σχετική υγρασία, οι πόλεις της ενδοχώρας τείνουν να στεγνώνουν, ενώ οι παράκτιες πόλεις θα παραμείνουν υγρές δεδομένου ότι βρίσκονται δίπλα στο νερό.

Η ανθρωπότητα μπορεί, ωστόσο, να θωρακίσει τις αστικές περιοχές της απέναντι στη ζέστη που ήδη προκαλεί η κλιματική αλλαγή. Το πράσινο και τα δέντρα σε δημόσιους χώρους τους ομορφαίνει και παρέχει στους ανθρώπους σκιά. Τα φύλλα κάθε δέντρου λειτουργούν επίσης σαν μικροσκοπικά κλιματιστικά, απελευθερώνοντας υγρασία για να δροσίσουν το περιβάλλον. Και όσο λιγότερο το πεζοδρόμιο εκτίθεται στον ήλιο, τόσο λιγότερο θα απορροφά την ενέργεια του δομημένου περιβάλλοντος.

Αυτό θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για κοινότητες και γειτονιές όπου ζουν πολίτες με χαμηλό εισόδημα, οι οποίες τείνουν να είναι λιγότερο πράσινες και συνεπώς είναι πιο πιθανό να υποφέρουν από το φαινόμενο. Επιπλέον, λέει η Elizabeth Sawin, διευθύντρια της Climate Interactive, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης που εστιάζει στην κλιματική αλλαγής και την ανισότητα, το περισσότερο πράσινο δημιουργεί θέσεις εργασίας στη συντήρηση πρασίνου και τις σχετικές δραστηριότητες. «Ιδιαίτερα όταν αυτό μπορεί να γίνει σε συνεργασία με τις κοινότητες, υπάρχει μια πραγματική ευκαιρία να εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους σε νέες δεξιότητες», λέει. «Αυτές θα ήταν επενδύσεις που θα βοηθούσαν πραγματικά τις πόλεις να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή που δεν μπορούμε να αποτρέψουμε».

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΝ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ