Η βιομηχανία και οι καταναλωτές θα πρέπει να αναμένουν τη διατήρηση υψηλών τιμών στην ενέργεια έως και τον Απρίλιο του 2022, υποστηρίζουν κορυφαία στελέχη της αγοράς. Το κόστος του φυσικού αερίου αυτή την περίοδο, αλλά και τους μήνες που έρχονται δεν συμβάλει στην αποκλιμάκωση των τιμών, τουλάχιστον έως και το α’ τρίμηνο του επόμενου έτους
Καταναλωτές και βιομηχανικές επιχειρήσεις αισθάνονται ήδη την πίεση από τη δραματική αυτή αλλαγή των δεδομένων της αγοράς, οι μικρότερες εταιρείες του τομέα της ενέργειας βλέπουν τον κίνδυνο του λουκέτου να πλησιάζει και οι κυβερνήσεις προσπαθούν με σειρά μέτρων να αναχαιτίσουν το κύμα δυσαρέσκειας που γεννά αυτή η κατάσταση στην αγορά, καθώς οι χρεώσεις έχουν πάρει την ανιούσα και κινούνται σε τριψήφια ποσοστά. Ακόμα χειρότερη είναι η εικόνα στη βιομηχανία, ιδίως για τις επιχειρήσεις της Υψηλής Τάσης που δεν είχαν συνάψει συμβάσεις με πάροχο. Το ράλι των τιμών χονδρεμπορικής ρεύματος επηρεάζει τη λειτουργία και ευρύτερα, τις προοπτικές των μεγάλων βιομηχανιών που βρίσκονται ενώπιον του φάσματος μεγάλων αυξήσεων στις τιμές που πλήρωναν έως τώρα.
Σε αυτό το δυσοίωνο περιβάλλον και ενώ ακούγονται ορισμένες φωνές που καλούν για ψυχραιμία, υποστηρίζοντας πως αυτή η κατάσταση είναι συγκυριακή, η προσοχή όλων στρέφεται στο άτυπο συμβούλιο υπουργών Ενέργειας που συγκαλείται αύριο Τετάρτη, 22/9, αλλά και στις επόμενες κινήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε αυτή τη συνάντηση, οι υπουργοί των 27 χωρών-μελών της Ε.Ε. θα εξετάσουν τρόπους για μια παρέμβαση στο ανώτατο δυνατό επίπεδο που θα αποσκοπεί στη μείωση των τιμών στα χρηματιστήρια ρύπων, που παραμένουν, εν μέσω και καταγγελιών για χειραγώγηση, πάνω από τα 60 ευρώ ο τόνος. Ο προβληματισμός στις Βρυξέλλες μεγαλώνει αν προστεθεί στην όλη εξίωση και οι ολοένα και εντεινόμενες αντιδράσεις των ευρωσκεπτικιστών, για τις επιπτώσεις του European Green Deal.
Η αδυναμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί έγκαιρα στις απαιτήσεις που η διαμόρφωσε η ίδια, δηλαδή την ταχεία αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτροπαραγωγή με μαζική εγκατάσταση ΑΠΕ και κυρίως, να προωθήσει την τεχνολογία που θα χρησιμοποηθεί στην αποθήκευση της ενέργειας, όπως επίσης τις διασυνδέσεις και τα δίκτυα που θα περιόριζαν την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο, όπως και ορισμένες άλλες αγκυλώσεις και στρεβλώσεις σε ρυθμιστικό επίπεδο και σε επίπεδο νοοτροπίας ορισμένων κρατών-μελών, καθυστερούν τη μετάβαση σε συνθήκες οικονομίας μηδενικού άνθρακα.